Για μια αριστερά εθνικού συμφέροντος

Για μια αριστερά εθνικού συμφέροντος

Πριν από κάθε τι άλλο να δηλώσω ότι δεν μισώ την αριστερά, τις γενικές ιδέες της οποίας πάλαι ποτέ αποδεχόμουν έστω και περιορισμένες στο απλουστευμένο σχήμα της παγκόσμιας εργατικής αλληλεγγύης, των εργατικών δικαιωμάτων και της φιλειρηνικής διακήρυξης. Πάνε κοντά 30 χρόνια από τότε που κατάλαβα το αφελές από τη μια μεριά και το αδιέξοδο από την άλλη που μου έφερναν αυτές οι γενικές θεωρήσεις όταν ετίθεντο απέναντι στην πραγματική ζωή με τις συνταγές ορθολογισμού που αυτή απαιτεί για να μπορεί η κοινωνία να ευημερεί. Ομως αυτό που με έτρεψε σε βεβιασμένη αποχώρηση από τον αριστερό χώρο (όχι χωρίς λύπη ή και τύψεις ακόμα) ήταν η ξαφνική αφύπνιση λόγω της κατανόησης του εθνομηδενιστικού της χαρακτήρα. Ο πνευματικός κόσμος του ανθρώπου έχει ανάγκη έμπνευσης και ανύψωσης σε σφαίρες του ιδανικού. Εστω και αν τα όρια των ιδανικών είναι εννοιολογικώς ασαφή (ακριβώς για να μπορούν να διογκώνονται), χρειάζονται πυλώνα στήριξης σε εκείνο το επίπεδο που τα έχεις αναβιβάσει. Χωρίς στήριξη δεν είναι ιδανικά αλλά ορέξεις. Και σε αυτό λοιπόν το επίπεδο η αριστερά με τον ασυναγώνιστα πλανευτικό της λόγο, με την ηθική και τα ιδανικά που διαλαλεί μπορεί (και αυτό όλοι το παραδεχόμαστε) να κινητοποιήσει από ευγενικές ψυχές έως ασυγκράτητα από γενικευμένη οργή νιάτα. Η αριστερά για να δικαιολογήσει την ύπαρξή της και να λυτρώσει την ανθρωπότητα από την ανέχεια (κατά πως επαγγέλλεται) έχει ανάγκη εξιδανικευμένων συνθημάτων και λόγων δημεγερτικών για να ξεσηκώσει. Ομως το αγωνιστικό της φρόνημα, που είναι συγχρόνως και το καμάρι της, αυτό δηλαδή που τη διαφοροποιεί από τα αστικά συντηρητικά στρώματα και κόμματα του κράτους έχει διαρκή ανάγκη (γιατί αλλιώς θα ξεφτίσει) ενός ανεξάντλητου καταλόγου τυποποιημένων καταγγελιών που αποτελούν το καύσιμο της πολιτικής μηχανής της.

            Προκειμένου τίποτα και κανένας από ότι υπάρχει εκτός των συστρατευμένων μαζί της να μην ξεφύγει στο απυρόβλητο του ακατάγγελτου, δεν ορρωδεί στο να μη δέχεται τίποτα που δεν προέρχεται από αυτή ούτε να ακούσει άλλη γνώμη πιο συντηρητική ή νηφάλια. Ετσι δεν είναι να απορεί κανείς που έχει αγκαλιάσει και πολλές φορές εκπέμπει υπό την αιγίδα της, αντιλήψεις, ιδεολογίες, έργα και επαναστάσεις τόσο ποικίλα, παρδαλά και αντιφατικά που στην απλή αντίληψη του συγκροτημένου συντηρητικού ανθρώπου καλύπτουν όλο το αρνητικό φάσμα μεταξύ εγκληματικότητας και αναρχίας, μεταξύ ανευθυνότητας και επικινδυνότητας, μεταξύ μηδενισμού και προδοσίας (της πατρίδας εννοείται).

            Με αυτή την πρακτική έχει πάντοτε “δουλειά” και διατηρεί τις μάζες της σε εγρήγορση. Δεν την ενδιαφέρει η πρακτική της προόδου (αν δεν είναι δικής της αντίληψης) αλλά μόνο η διατήρηση της ηθικής υπεροχής του καταγγέλοντος. Οχι βέβαια ότι ο καταγγελτικός λόγος δεν έχει αποτελέσει και αγαπημένο “αυτιστικό” όπλο στην πολιτική φαρέτρα των κάθε λογής δεξιόστροφων κομμάτων, αλλά όπως και να το κάνουμε ενώ η δεξιά περιορίζεται σε καταγγελίες εντός της βουλής η αριστερά μεταμορφώνει τις δικές της σε “οδοφράγματα”. Το έργο της βέβαια διευκολύνεται τα μέγιστα καθώς η δεξιά απλώς διατηρεί εδραιωμένα σύμβολα συντήρησης και δεν υπάρχει πιο εύκολο και ευήκοο (για τους οπαδούς της αριστεράς εννοείται) σύνθημα από την καταγγελία ή την έφοδο για κατεδάφιση αυτών των συμβόλων. 

            Η λεγόμενη ηθική υπεροχή της αριστεράς τροφοδοτείται συνεχώς από το καύσιμο της αγωνιστικής ανευθυνότητας. Δεν θέλει και πολύ σκέψη για να καταλάβει κάποιος γιατί σε αυτό το πεδίο (φυσικά πάντοτε αγωνιστικό, όχι δημιουργικό) η αριστερά παίζει με ανοιχτά τα χαρτιά του αντιπάλου της. Συνεπικουρούμενη από την πνευματική χαύνωση και δηλωτική δειλία των πολιτικών του συντηρητικού χώρου και την έλλειψη φλόγας από όσους διανοούμενους πελαγοδρομούν ανάμεσα σε ασπόνδυλο τεχνοκρατισμό και ξεφτισμένο πατριωτισμό, έχει το γήπεδο στρωμένο να κατεβάσει μια καλά προπονημένη ομάδα και να πάρει τη νίκη ήδη από τα αποδυτήρια.

            Το πρόβλημα όμως είναι γιατί να θέλει τόσο πολύ τη νίκη σε ένα χώρο όπου δεν διεξάγεται καν πρωτάθλημα. Οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν άλλου είδους προκλήσεις σε ένα κόσμο υψίστης τεχνολογικής προόδου και η συνεχής καταγγελτικότητα από τους κοσμοσωτήρες είναι ένα άθλιο και ψυχωτικό σπορ. Ενα κόσμο όπου η βασική και η πανεπιστημιακή εκπαίδευση επιβάλλεται να υποχρεώνουν τους νέους σε σκληρή πνευματική εργασία υψηλού επιπέδου. Συνάμα στις κατώτερες βαθμίδες της εκπαίδευσης η παιδεία είναι το ζητούμενο, και ως ηθικό περιεχόμενο, αυτή η παιδεία δεν μπορεί να προτάσσει κάτι άλλο από τον πατριωτισμό. Απέναντι σε αυτή την κοσμοθεώρηση η οποία δημιουργεί νουνεχείς και παραγωγικούς πολίτες με αναπτυγμένη την εθνική συνείδηση, η αριστερά, αν το αφήσει να εδραιωθεί, απονευρώνεται και της αφαιρείται το λάβαρο που την κρατά σε κίνηση και οδηγεί τις μάζες της. Και το λάβαρο είναι ακριβώς ο προαναφερθείς καταγγελτικός λόγος επί παντός προβλήματος (τι πιο εύκολο από το να αναδείξεις προβλήματα) συνοδευόμενο από προτροπή κατεδάφισης αξιών και πρακτικών ως δήθεν αιτίων για την ύπαρξη του εκάστοτε προβλήματος που επικαιροποιημένα φέρνουν στην ημερήσια διάταξη οι καθοδηγητές της. Λαμβανομένης υπόψη της διαστρωμάτωσης της κοινωνίας σε βαθμίδες επιτυχίας στον επαγγελματικό χώρο κυρίως, ανθρώπων που βιώνουν ιστορικά μια δεδομένη ρευστή και δύσκολη κατάσταση και συνεπικουρούμενη από στρατιές χρόνια βολεμένων στον κρατικό τομέα λόγω και της ανεύθυνης ενδοτικότητας των δεξιών κυβερνήσεων στις πελατειακές πιέσεις, δεν είναι καθόλου δύσκολο για την αριστερά να αναγάγει τον ξεσηκωμό σε ευγενή αγώνα.

            Στον κοινωνικό αναβρασμό που τροφοδοτείται από διαλάληση διόγκωσης των προβλημάτων που δήθεν καταπιέζουν τα δικαιώματα του πολίτη, η αριστερά προτιμά να οξυνθεί το πρόβλημα και να επιλυθεί διά της καταστροφής του χώρου μέσα στον οποίο γεννήθηκε (το πρόβλημα) προκειμένου αυτός ο χώρος να οργωθεί από αυτήν. Εχει αποδειχθεί ιστορικά ότι οι μάζες θέλγονται από τα καινούργια ξεκινήματα που ακολουθούν την καταστροφή μιας υπάρχουσας δομής. Ειδικά οι νέοι που δεν καταλαβαίνουν σχεδόν τίποτα από κρατική οργάνωση και συνάμα φλέγονται για δράση και ομαδική-οπαδική συνάθροιση πολύ λίγο ενδιαφέρονται για το μετά. Και αυτό ακριβώς το μετά αποκρύβεται πάντα από την αριστερά καθώς το συναίσθημα της μεθυστικής αγωνιστικότητας και κάποιας αόριστης νίκης κυριολεκτικά θάβει στην ασημαντότητα το ζητούμενο που είναι η νέα αποτελεσματικότερη δομή την οποία υποτίθεται ότι επιδιώκει. Στην πραγματικότητα δεν επιδιώκει κάποια αποδοτικότερη για το κοινωνικό σύνολο αλλαγή και συνάμα παγίωσή της διότι γνωρίζει πολύ καλά ότι το τραπέζι είναι καλά στρωμένο και αυτό που πραγματικά θέλει είναι να φέρει τους δικούς της συνδαιτυμόνες διατηρώντας άθικτο το υπηρετικό προσωπικό.

            Το κυριότερο εμπόδιο στην κοινωνική αναστάτωση που συνεχώς επιδιώκει είναι το εθνικό-πατριωτικό φρόνημα το οποίο όταν υπάρχει καθαρό στη συνείδηση του λαού τον αποτρέπει στο να παρασύρεται να καταστρέψει και στο να ζητά τον παράδεισο επί της Γης. Ενα επίγειο παράδεισο που απέτυχαν αισχρά και οικτρά να υλοποιήσουν τα αγιοποιημένα από την αριστερά καθεστώτα της Σοβιετίας, της Κίνας, του Βιετνάμ, της Καμπότζης, της Β. Κορέας, της Κούβας και ολόκληρης της Ανατολικής Ευρώπης. Θα ήταν πιο τίμιο για τους αριστερούς (προεξαρχόντος των του ΚΚΕ) να ομολογήσουν ότι παρόμοια καθεστώτα εξακολουθούν να θαυμάζουν, να νοσταλγούν και να έχουν ως πρότυπο από το να δειλιάζουν να το φανερώσουν και να χρησιμοποιούν (μασκοφορεμένοι) τη συντηρητική φρασεολογία του δήθεν τεχνοκρατικού παρεμβατισμού.

            Αποδομώντας η αριστερά συστηματικά κάθε τι εθνικό, φροντίζει για την ύπνωση ή εξαφάνιση κάθε τι πατριωτικού που μπορεί να προταχθεί και να βραχυκυκλώσει την τεχνική της απαξίωσης στην οποία έχει εξειδικευθεί αριστοτεχνικά και στην οποία επιδιώκει να βυθίσει τις παραπλανημένες ποδηγετούμενες πελατειακές της μάζες προεξαρχούσης της νεολαίας.     

            Για να μορφοποιήσω τα προαναφερόμενα τα οποία ίσως επιφέρουν αντίδραση από τους συνταγμένους με την αριστερά, ως δήθεν γενικευμένες και απλουστευμένες κατηγόριες εναντίον ενός πολιτικού χώρου, να επανέλθω δια της παρατήρησης και του παραδείγματος σε πιο χειροπιαστές εκφάνσεις της, ακριβώς για να καταδειχθεί το πόσο ύπουλα και βαθιά μπορεί να φτάσει η διάβρωση από την αριστερή κοσμοθεώρηση στην αντίληψη του ανθρώπου της καθημερινότητας. Και θα το κάνω χρησιμοποιώντας ακριβώς την καταγγελτική λογική που προτάσσει η αριστερά ως ένα φραγγέλιο εξαγνισμού του συντηρητικού χώρου τον οποίο αντιστρατεύεται για να φέρει αυτή και μόνο αυτή την υγιή κοινωνία.

            Ετσι λοιπόν ενώ στον δεξιόστροφο και εν γένει στο συντηρητικό χώρο της κοινωνίας μπορεί να απαντώνται πολυποίκιλα ιδεολογικά ρεύματα, από τα πλέον αστικοδημοκρατικά έως ακροδεξιά (εξαιρουμένης της μειοψηφίας των παρανοϊκών νεοναζί), οι ιδεολογίες έχουν κάποια απώτατα όρια μέχρι τα οποία μπορούν να τεντωθούν, στην αριστερά αυτό δεν υφίσταται. Ουδείς συντηρητικός της δεξιάς παράταξης όσο αντιδραστικές (στα όμματα των αριστεροφρόνων) ή συντηρητικές, ή άτολμες για την κοινωνική πρόοδο κι αν είναι οι απόψεις και τα πιστεύω του, δεν δέχεται αυτά να απλωθούν πέρα από κάποιο αποδεκτό όριο κι αυτό το όριο ακριβώς είναι η φρικώδης ναζιστική ιδεολογία με τα εγκλήματά της κατά της ανθρωπότητας τα οποία η Δύση έχει πλέον εξοβελίσει ανεπιστρεπτί έξω και μακριά από το ιδεολογικό της οχυρό. Ομως κάτι αντίστοιχο δεν συμβαίνει στην αριστερά καθώς εδώ όριο δεν υπάρχει και αν κάποιοι ψελλίζουν κάτι επ’ αυτού αφενός δεν πείθουν και αφετέρου αυτό που ισχυρίζονται είναι παραπλανητικό και άμεσα στρέφεται από το επίπεδο της αυτοκριτικής όπου θα έπρεπε να αναδύεται, σε κοινότοπο λίβελλο κατά του συντηρητικού χώρου ο οποίος για την αριστερά αποτελεί την πηγή κάθε κακού για την ανθρωπότητα. Είναι εξοργιστικά υποκριτικό (ή έστω αφελές αν θέλουμε να είμαστε επιεικείς) να ισχυρίζεται η αριστερά ότι στο όνομα του κομμουνισμού δεν διεπράχθησαν εγκλήματα το ίδιο ειδεχθή με του ναζισμού και είτε να αρνείται την ύπαρξή τους είτε να τα θεωρεί ως παροδικές αστοχίες (λες και πρόκειται για κατασκευές) κατά την πορεία οικοδόμησης της μαρξιστικής ουτοπίας. Τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διέπραξε ο σοβιετο-σταλινισμός ήταν το ίδιο αποτρόπαια με του ναζισμού και μάλιστα πολύ μεγαλύτερης διάρκειας από τα ναζιστικά. Το πλέον εξοργιστικό μάλιστα τόσο από την πλευρά της σοβιετίας όσο και από την πλευρά της Μαοϊκής Κίνας κατά την μορφωτική (σικ) επανάσταση του 1966 και του αιμοσταγούς Πολ Ποτ των ερυθρών Χμερ στην Καμπότζη το 1973 είναι το γεγονός ότι αυτές οι σφαγές έγιναν υπό τον προσχηματικό τύπο της κάθαρσης του καθαγιασμένου κομμουνισμού τους από την αντίδραση των φανερών ή (κυρίως) των υπόπτων αντιφρονούντων και τελικά ήταν μια ιδιότυπη εθνική αυτοκάθαρση.  

            Καταλαβαίνω την αμηχανία που αισθάνονται πολλοί καλοί αριστεροί μεταξύ αυτών και διανοούμενοι, όταν ο λόγος φτάνει στην κριτική αυτών των εγκλημάτων. Μέσα τους είναι καλά εμποτισμένο το δόγμα του αλάθητου και της υπεροχής της μαρξιστικής θεωρίας οπότε οποιαδήποτε παραδοχή μιας κατάπτυστης εφαρμογής του (που έγινε φυσικά αδυσώπητα επί δεκαετίες από την ηγεμονεύουσα Ρωσία) ξεφτιλίζει το ιερό τους δόγμα και πάει περίπατο η ιστορική βάση της ηθικής υπεροχής τους που αυτιστικά διαλαλούν.

            Επειδή τα εγκλήματα του κομμουνισμού στρέφονταν κυρίως κατά του ίδιου του εθνικού κορμού των χωρών όπου επικράτησε (όχι ότι λείπουν και οι σφαγές αλλοεθνών, π.χ. πολωνών στο Κατύν) αποτελούν μια πολύ ενοχλητική ανάμνηση που πρέπει να αποσιωπηθεί. Να αποσιωπηθεί διότι εξετάζοντας αυτά θα αναδειχθεί και η περιφρόνηση που νιώθουν οι κομμουνιστές για το ίδιο τους το έθνος, μια και στο δόγμα τους δεν υπάρχει εθνική ταυτότητα αλλά μια αντίστοιχη διεθνής των εργατών προλεταρίων, όχι βέβαια επειδή τους συμπονούν (κι ας λένε ότι θέλουν) αλλά επειδή αποτελούν τη μάζα που αφιονίζοντάς τη θα δημιουργήσουν το στρατό για την κατάληψη της εξουσίας (από την φωτισμένη ηγετική ομάδα εννοείται). Ακριβώς λοιπόν βάσει της παραπάνω λογικής και κάθε άλλη εθνοκάθαρση που συνέβη και εκτός κομμουνιστικού στρατοπέδου συμφέρει να αποσιωπηθεί για να μην ανοίξει η θεώρηση και αναγκαστικά εισέλθει και στην αντίστοιχη κομμουνιστική. Ετσι εξηγείται και η παράξενη αλαλία του αριστερού στρατοπέδου απέναντι στις εθνοκαθάρσεις των Ποντίων και Αρμενίων από τους Τούρκους. Και το παράδοξο βέβαια και συνάμα κωμικοτραγικό είναι και η αμηχανία των αριστερών απέναντι στην εθνοκάθαρση των Εβραίων από τους ναζιστές στο να την δεχτούν ως γεγονός ατόφιο και να την καταδικάσουν. Εδώ πλέον μιλάμε για γελοίο ψυχολογικό σύνδρομο που έχει να κάνει με την ενστικτώδη απέχθεια των αριστερών για το Ισραηλινό κράτος επειδή είναι παραδοσιακός και πιστός σύμμαχος των ΗΠΑ (κλασσικού αντιπάλου του κομμουνισμού).

            Ολο αυτό το ψυχολογικό (και νευρωτικό συνάμα) σύμφυρμα-σύμπλεγμα ιδεολογίας, ιδεοληψίας και υποκρισίας οδηγεί την αριστερά εμφορούμενη από αντιλήψεις που έχουν ιστορικά σαπίσει, να οδηγεί ξεσηκωμένες μάζες σε ένα δρόμο που είναι αδιέξοδο, σε κινητοποιήσεις που διεκδικούν την καταστροφή, και σε αγωνιστικές νεολαίες με οδηγό μόνο τον χυδαίο υλισμό και πάνω απ’ όλα την υποβάθμιση της εθνικής συνείδησης σε μακιασμένο βαρίδι.

            Στους μοντέρνους καιρούς μας παγκοσμίως, οι κλασσικές πρακτικές των αριστερών δημεγερτών για να ξεσηκώνουν τις μάζες με πύρινους λόγους σε πλατείες, λέσχες, μπυραρίες και τα συναφή “κινηματογραφικά μέρη” έχει πάψει να υφίσταται στη Δύση. Το πρόθυμο ακροατήριο έχει συρρικνωθεί έως αφανιστεί για αυτούς και ο πόθος τους για ζητωκραυγές και: “κάτω το κράτος”-“εμπρός”-“θάνατος στην πλουτοκρατία” και λοιπά συναφή ευγενικά συνθήματα έχει προ πολλού διαψευσθεί. Ελλείποντος λοιπόν πρόθυμου “στρατεύματος” οι αριστεροί διανοούμενοι (για να μπορούν να υπάρξουν) έχοντας ανάγκη από επευφημούντες ακροατές δεν διστάζουν να απευθύνονται κολακεύοντας, δήθεν συμπονώντας και συμπαραστεκούμενοι στην πιο άθλια ιδεολογικώς ανθρώπινη ομάδα, αυτή των ισλαμιστών. Και λέγω άθλια διότι δεν νοείται ο ισλαμισμός ως θρησκεία και μόνο. Αν ήταν έτσι θα μου (μας) ήταν αδιάφορο μια και η πίστη ανήκει στην προσωπική πνευματική σφαίρα. Είναι που ο ισλαμισμός είναι κυρίως σύστημα διακυβέρνησης (όχι πολιτικής, διακυβέρνησης) του πιο άθλιου φασιστικού, ρατσιστικού και απάνθρωπου τύπου που λόγω της χαύνωσης της Δύσης έχει αφεθεί να διαβρώνει, ύπουλα και βάσει σχεδίου τα θεμέλιά της. Σε αυτούς τους ανθρώπους λοιπόν η αριστερά δίδει πάντοτε το δίκιο, δικαιολογώντας οτιδήποτε παλαβό και τραγικό διεκδικούν (διεκδικούν τα πάντα), επειδή ακριβώς οι ισλαμιστές υποκρίνονται (χαμογελώντας πονηρά) ότι τους συγκινούν οι καταγγελίες της περί ανάλγητης Δύσης που καταπιέζει τα ανθρώπινα δικαιώματά τους. Εδώ λοιπόν που χρειάζεται να ξυπνήσει η όντως χαζοχαρούμενη Δύση και να αντιμετωπίσει τον ισλαμικό κίνδυνο πριν ξεπεραστεί το κρίσιμο όριο από το οποίο δεν υπάρχει πλέον γυρισμός, η αριστερά είναι πανταχού παρούσα έτοιμη να ξιφουλκήσει υπέρ των μουσουλμάνων και υπολογίζοντάς τους είτε ως ψηφοφόρους είτε ως δούρειους ίππους για να αλωθεί το καπιταλιστικό σύστημα, εμποδίζει κάθε συντεταγμένη προσπάθεια αφύπνισης του αστικού κοσμικού κράτους για να οργανωθεί απέναντι στην ισλαμική πλημμυρίδα. Τι τραγικά αντιφατικό αλήθεια, ο αριστερισμός που προβάλλεται ως ένα ορθολογικό κοσμικό σύστημα να ενστερνίζεται και να βοηθά τον ισλαμικό θεοκρατικό σκοταδισμό.     

            Διαβάζοντας τα παραπάνω πιθανώς να νομίσει κάποιος αριστερός ότι ο γράφων είναι παθιασμένος κομμουνιστοφάγος, όμως ουδέν αναληθέστερον αυτού. Δηλώνω ευθαρσώς ότι με ανθρώπους αριστερών καταβολών (όπως κι εγώ) και ιδεολογίας κυρίως συναναστρέφομαι (και στον ιδιωτικό και στο δημόσιο βίο) και ομολογώ ότι η πλειονότητα είναι άτομα υψηλού ηθικού κύρους, μορφωμένοι και καλοί πολίτες. Ομως αρκετά πια. Θεωρώ ότι είναι παραπλανημένοι και πρέπει να αφυπνιστούν. Αν συνεχίσουν να στηρίζουν μια αριστερή δράση χωρίς να έχουν ξεκαθαρίσει και συνάμα ομολογήσει στα μύχια της ψυχής τους ότι ο κομμουνισμός απέτυχε λόγω της αισχρότητάς του, θα παραμείνουν υποκριτές και θα στηρίζουν αντεθνικές και ανθελληνικές πρακτικές (δεν με ενδιαφέρουν εδώ οι αλλοδαποί αριστεροί). Και επειδή αντιπαθώ το να καταγγέλλω μόνο χωρίς να προτείνω δράση ιδού παρακάτω συνοπτικά αυτά που προέχει άμεσα να ενστερνιστούν οι αριστεροί.

Αποδοχή της ιστορικής αλήθειας ότι το ελληνικό έθνος υπάρχει συνεχώς για τουλάχιστον 3000 χρόνια και το 1821 με ηρωισμό ξεκίνησε και πέτυχε στον εθνικοαπελευθερωτικό του αγώνα.

Αποδοχή του ότι σήμερα το έθνος κινδυνεύει από τον νεο-οθωμανισμό και γύρω από την ιδέα του ελληνισμού πρέπει όλοι να συστρατευθούν για να αμυνθούμε σθεναρά.

Αποδοχή του προβλήματος της αλλοίωσης της εθνικής μας υπόστασης από το οργανωμένο σχέδιο της εισβολής των μουσουλμάνων λαθρομεταναστών για τους οποίους απαιτείται σφράγισμα των συνόρων και οργανωμένη απέλαση.

Αποκήρυξη του μαρξιστικού δόγματος της δικτατορίας του προλεταριάτου και πλήρη αποδοχή του δημοκρατικού πολιτεύματος και του Συντάγματος του ελληνικού κράτους.

            Ολα τα παραπάνω που για την πλειονότητα των Ελλήνων αποτελούν κοινότοπες παραδοχές απαιτείται να γίνουν το ίδιο αυτονόητα και για τους αριστερούς για να μπορούμε ως έθνος να στερεώσουμε ομόνοια και προκοπή. Αλλωστε η αποδοχή των παραπάνω δεν είναι ούτε κάτι ντροπιαστικό για τους αριστερούς (για τους πατριώτες είναι αντίθετα εξευγενιστικά), ούτε αναιρεί ή πισωγυρίζει το αγωνιστικό τους φρόνημα για μια καλύτερη ζωή. Αντίθετα μάλιστα εμποτίζει τις ιδέες και τις πράξεις τους με σθένος και αποτελεσματικότητα και αποκαθαρίζει τις προτροπές τους προς τους οπαδούς τους από ομίχλες, ενοχές και αντιφάσεις.

            Χωρίς τον ενστερνισμό των παραπάνω δράση ουσίας από την αριστερά για το καλό της πατρίδας μας δεν μπορεί να καρπίσει. Κι ας μη φοβούνται οι ήδη στρατευμένοι αριστεροί μη και νοθέψουν την καθαρότητα της ιδεολογίας τους αποδεχόμενοι τα παραπάνω. Αντίθετα θα δυναμώσουν εκεί που δεν φαντάζονται και θα αναγεννηθούν ως άνθρωποι με πραγματικά υψηλά ιδεώδη και αγνές προθέσεις. Και το χρειάζονται πολύ αυτό καθώς τώρα κινούμενοι σπασμωδικά στο σύγχρονο ρυθμό του κόσμου δεν βρίσκουν βηματισμό μαζί του και μπουρδουκλώνονται κραυγάζοντας αναθέματα που μόνο εκτόνωση προσφέρουν. Μια αναγεννημένη υγιής αριστερά που βιώνει τον αριστερισμό ως ευαισθησία, πρόοδο και ελευθερία δεν θα ενδιαφέρεται ούτε να αγκαλιάζει ή να πυροδοτεί πανεπιστημιακές καταστροφικές καταλήψεις, ούτε να γιουχάρει και προπηλακίζει πανεπιστημιακούς ομιλητές περί της κομμουνιστικής αποτίμησης, ούτε να συμπονά τον ισλαμικό ολοκληρωτισμό, ούτε να στηρίζει αναρχικές εκδηλώσεις, ούτε να αρνείται ή να πολεμά το έργο των σωμάτων ασφαλείας, ούτε να λοιδορεί τον εθνικό μύθο (που ευτυχώς για την Ελλάδα περιέχει ικανή αλήθεια), ούτε να αρνείται την εθνική παιδεία των νέων, ούτε να γονατίζει το δημόσιο για ψύλλου πήδημα, ούτε να μην τοποθετείται καταγγέλλοντας στεντορίως καθαρά (διότι εδώ κι αν χρειάζεται ξεσηκωμός) την παραπαιδεία, την αποφυγή της στράτευσης, το ιατρικό φακελάκι, τις αυθαίρετες οικοδομές και καταπατήσεις αιγιαλού και δασών, την κατασπατάληση των κοινοτικών πόρων και τις πελατειακές προσλήψεις.

            Το αν πλέον μετά από αυτόν τον προτεινόμενο αναβαπτισμό ο τυπικός αριστερός νοιώθει ότι προδίδει την ιδεολογία του, αυτό ουδόλως απασχολεί την Ελλάδα. Αλλωστε η ιστορία βρίθει από ιδεολογίες και ιδεολογήματα που εκ της φύσης τους μαράζωσαν και κάτι καλύτερο τα αντικατέστησε. Δεν είναι κακό να αλλάζεις αν η αλλαγή εξυπηρετεί τα συμφέροντα της πατρίδας σου. Πόσο μάλλον όταν ο διχασμός που ίσως σε ταλανίζει μεταξύ παραταξιακού χρέους και εθνικού χρέους ανεπιφύλακτα πρέπει να λήξει με επικράτηση του δευτέρου.

Γιώργος Χώτος, 24 Μαρτίου 2021