Ενας πρόλογος για ένα επερχόμενο βιβλίο

Ενας πρόλογος για ένα επερχόμενο βιβλίο

Πρόλογος για το βιβλίο φυκολογίας που ετοιμάζω

Εδώ και δύο χρόνια παλεύω με τον εαυτό μου και με τις πανταχόθεν προερχόμενες επιστημονικές πληροφορίες γενικώς, γράφοντας για τα φύκη. Στα Ελληνικά δεν υπάρχει έτσι όπως το επιθυμώ (ή καλύτερα όπως θα το επιθυμούσα αν ήμουν φοιτητής) σύγγραμμα λειτουργικό, περιεκτικό και χρήσιμο για τον μελετητή των φυκών. Τα φύκη μοιάζουν με τα φυτά, ίσως μάλιστα στο μυαλό των περισσότερων να είναι φυτά, όμως δεν είναι. Μοιράζονται μαζί τους την ικανότητα της φωτοσύνθεσης όμως κατά τα άλλα (και είναι πολλά) ανήκουν σε άλλο “κόσμο” με δικούς του κανόνες και ιδιαιτερότητες. Συνολικά η βιομάζα των φυκών, η παραγωγή οξυγόνου και η δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα που πραγματοποιούν στη Γη ξεπερνά τα αντίστοιχα όλων των φυτών μαζί, τροπικά δάση, λιβάδια και κάθε είδους δέντρο. 

Εχοντας γράψει περί τις 200 σελίδες και έχοντας τελειώσει τα γενικά περί υδρόβιου περιβάλλοντος και τα του πρώτου κεφαλαίου για τα κυανοβακτήρια, έχω κάνει μια σύντομη περιεκτική συνόψιση και των πρωτοζώων τα οποία μαζί με τα ευκαρυωτικά φύκη κατατάσσονται στο Βασίλειο των Πρωτίστων και πλέον έχω εισέλθει στην “τρικυμισμένη θάλασσα” των φυκών προσπαθώντας να συγκρατήσω το κλυδωνιζόμενο καράβι του μυαλού μου. Τόσες πολλές είναι οι πληροφορίες που μου έρχονται, που πρέπει να κοπιάσω πολύ για να τις συμπυκνώσω σε εύχρηστο κείμενο. Διότι αν δεν το επιτύχω όπως το θέλω θα περιπέσω και εγώ σε “ελιτίστικες” περιγραφές βιολογικών διεργασιών που ο φοιτητής ίσως απομνημονεύσει αλλά βίωμά του δεν θα τις κάνει, πολύ απλά επειδή δεν θα του μιλούν στο αλάνθαστο εκείνο νοητικό του κέντρο που τον/σε πληροφορεί αν κάτι συμβάλλει στην κατανόηση του “όλου” ή απλώς βρέθηκε εκεί ως θραύσμα πληροφορίας που δεν αρθρώνεται στο σώμα της γνώσης.

Πρόλογος

Το να γράψεις κάτι δεν είναι δύσκολο, το να περιέχει αξία όμως το σύγγραμμά σου είναι κάτι που (συνήθως) μόνο ο χρόνος μπορεί να κατοχυρώσει. Αυτό το έχω βιώσει ανατρέχοντας σε παλιά καθιερωμένα βιβλία (οποιουδήποτε αντικειμένου) και διαπιστώνοντας το γλαφυρό, κατανοητό και ενίοτε διαχρονικώς χρήσιμο περιεχόμενό τους. Για παράδειγμα, ποιος επιστήμονας διαβάζοντας την «Καταγωγή των ειδών» του Καρόλου Δαρβίνου θα διανοηθεί να προτρέψει τους φοιτητές της βιολογίας να το αγνοήσουν; Εστω και αν ο Δαρβίνος δεν γνώριζε για χρωμοσώματα, γονίδια, γενετικούς συνδυασμούς και μεταλλάξεις. Ολα αυτά δηλαδή που συνθέτουν τη σημερινή εικόνα μας για την κληρονομικότητα και την εξέλιξη. Και όμως επειδή ακριβώς το πόνημα του Δαρβίνου έχει ψυχή, έχει ορθολογισμό και είναι καρπός επίπονης και γοητευτικής φυσιοδιφικής ζωής, αποτελεί και θα αποτελεί την έδραση της μόρφωσης για τον φιλοσοφημένο βιολόγο και γιατί όχι, πηγή έμπνευσης για αναζήτηση των μυστικών της ζωής.

Η υδρόβια ζωή και τα φύκη πάντοτε με γοήτευαν αλλά συνάμα και με «τρόμαζαν». Και σήμερα μετά από τόσα χρόνια «βιολογίας» μπορώ να το εκφράσω αυτό που πάντοτε συγκεχυμένα μέσα μου κρατούσα και αναριωτόμουνα για το αν είναι όντως έτσι. Εξηγούμαι. Στο πεδίο της Ιχθυολογίας, όπου ειδικεύθηκα μετά τις πανεπιστημιακές μου σπουδές στη βιολογία, προχώρησα σε θέματα κυρίως υδατοκαλλιεργητικά και διαχειριστικά. Ομως σε όλη μου την πορεία ανέκυπταν μυριάδες ζητήματα που ακουμπούσαν τη χημεία, τη βιολογία κυττάρου, τη φυσιολογία των ζώων, τους υδρολογικούς κύκλους των στοιχείων, τα φύκη, τη φωτοσύνθεση, τη γεωλογία, το νερό και τόσα άλλα συναφή και μη. Από όλο αυτό το πολύχρωμο και ζαλιστικό «πανηγύρι» της ζωής ψάχνοντας για κάτι ανέκυπτε και κάτι άλλο που ζητούσε απάντηση, τελειωμό δεν είχαν (και ούτε έχουν). Εδώ και χρόνια λοιπόν το ένιωσα να ξεκαθαρίζει μέσα μου ότι χρειάζεται ένας ολιστικός και συνεκτικός τρόπος μετάδοσης της γνώσης για τη φοιτητιώσα νεολαία μας. Ενας τρόπος τέτοιος που να συμπεριλαμβάνει στο εκάστοτε βιολογικό θέμα τη συνόψιση των βασικών διεργασιών της ζωής στο κυτταρικό επίπεδο. Δύσκολη υπόθεση αλλά δεν πρέπει να την αγνούμε ή παραβλέπουμε.

Αν αφήσουμε κατά μέρος τις αναλυτικές και εξειδικευμένες επιστημονικές εργασίες στις οποίες θα εντρυφήσει ένας ερευνητής σε ένα συνήθως πολύ ειδικό και στενό ερευνητικό πεδίο, υπάρχουν εξαιρετικά βιβλία γενικής φύσεως στις επιστήμες της ζωής και του φυσικού κόσμου. Σε αυτά τα γενικά βιβλία ο προπτυχιακός φοιτητής (και όχι μόνο) θα βρει απαντήσεις σε όλα τα βασικά θέματα. Και όχι μόνο θα βρει απαντήσεις αλλά διαβάζοντάς τα επισταμένως (κάτι που συνήθως ελάχιστοι το κάνουν) θα μορφωθεί και θα αποκτήσει «σοφία», δηλαδή εφαλτήριο για τη μετέπειτα εξειδίκευσή του.

Ετσι λοιπόν αφιερωμένος τόσα χρόνια στα ψάρια και τις υδατοκαλλιέργειες, τα φύκη αποτελούσαν στο επιστημονικό μου πεδίο μια περίπτωση των υδατοκαλλιεργειών και μόνο αυτών. Τα γνώρισα στο εργαστήριο ως μικροφύκη που τα καλλιεργούσα και τα απολάμβανα στα βράχια και τις φυκιάδες όπου κολυμπούσα. Δεν είχα καιρό να εντρυφήσω σε βάθος στη βιολογία τους. Ομως σε κάποια περίοδο της ζωής μου κάτι συνέβη. Και αυτό που συνέβη λέγονταν κυανοβακτήρια και πρωτόζωα. Αίφνης λοιπόν, δείγματα που είχα συλλέξει από τις υπεράλμυρες λεκάνες των αλυκών του Μεσολογγίου για να μελετήσω την αλμυρογαρίδα Artemia που ενδημεί εκεί, «γέμισαν» από το μικροσκόπιο το μάτι μου με χρώματα και σχήματα. Κυανοπράσινα, πράσινα, καφέτί, βεραμάν, κόκκινα, πορτοκαλί, μωβ, γκρίζα, λαδί, στρογγυλά, επιμήκη, νηματοειδή, περιπλεγμένα, σπειροειδή, κινητά και μη, με «ζάλισαν» και με άφησαν έκπληκτο. Ολα αυτά μάλιστα σε αλατότητες 3 και 5 φορές ανώτερες του θαλασσινού νερού. Επειδή οι πληροφορίες για την υδρόβια ζωή στις υπεράλμυρες λεκάνες σπανίζουν (στην Ελλάδα πρακτικώς είναι ελαχιστότατες) αποφάσισα να ψάξω το θέμα διεξοδικώς. Από τότε αιχμαλωτίστικα στο λαβύρινθο των φυκών (και των πρωτοζώων). Αρχικά ξεθάφτηκαν από το βάθος του μυαλού μου ό,τι είχα διδαχθεί στο πανεπιστήμιο για τα ζώα-πρωτόζωα (εκεί κατέτασσαν τότε τα πρωτόζωα) και τα φυτά (εκεί κατέτασσαν τα φύκη). Ομως αυτά αφενός ήταν σκόρπια και αφετέρου ανεπαρκή. Αρχισα λοιπόν ξανά το διάβασμα εφ’ όλης της ύλης. Αυτό που διαπίστωσα γενικώς ήταν το «απέραντο τοπίο» στα φύκη και τα πρωτόζωα. Και δεν ήταν μόνο αυτό, ήταν συνάμα και τα «σκοτεινά» πεδία (υπεραλατότητα) για τα οποία πληροφορίες δεν υπήρχαν ή και όποιες λίγες υπήρχαν ήταν αντιφατικές (ή και ενδεχομένως λάθος). Δηλαδή μου αποκαλύφθηκε (με αφορμή την υπεραλατότητα) η κατακλυσμιαία παρουσία αυτών των οργανισμών που κατατάσσουμε στα Πρώτιστα (φύκη και πρωτόζωα) και αυτών των φωτοσυνθετικών βακτηρίων (κυανοβακτήρια) που κατατάσσουμε στα Μονήρη σε κάθε πιθανό και απίθανο μέρος της βιόσφαιρας αρκεί να υπάρχει έστω και λίγη υγρασία. Ενιωσα αυτό που λέγεται «επιφώτιση» δηλαδή ένα δέος, θαυμασμό και μαγεία και αποφάσισα να ψάξω και να μάθω. Να μάθω περισσότερα απ’ ό,τι υπάρχουν στα συνήθη βιβλία ή άρθρα (ειδικά ή ανασκόπησης) για αυτούς τους οργανισμούς.

Ψάχνοντας κατάλαβα το τεράστιο μέγεθος του αντικειμένου με τα εκατοντάδες χιλιάδες είδη, τις ρευστές ταξινομικές κατατάξεις και τις συνεχείς ανακαλύψεις που προσθέτονταν στη βιολογία και τη χρήση τους. Δεν είναι υπερβολή να πω ότι την τελευταία 20ετία έχουμε εισέλθει στην εποχή της φυκολογίας. Οι χρήσεις των φυκών στη ζωή μας θα καταλαμβάνουν ολοένα και πιο εμφανές και σημαντικό μερίδιο και αυτό είναι καλό τόσο από οικολογική όσο και από οικονομική άποψη.

Γεννάται λοιπόν το θέμα να μορφώσουμε επιστήμονες στα φύκη. Μια γενιά φυκολόγων καλά καταρτισμένων πρέπει να δημιουργηθεί στην Ελλάδα. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει να αγαπήσουν τα φύκη. Και για να τα αγαπήσουν θα πρέπει να τα γνωρίσουν σωστά σε επιστημονικό βάθος. Ενα βάθος τέτοιο που αναγκαστικά θα προέλθει από κάποιο σύγγραμμα που θα ελκύει για μελέτη και θα ανοίγει ορίζοντες για εμβάθυνση. Ομως το βάθος των γνώσεων θα πρέπει να είναι τέτοιο που να μην ξεφύγει σε κουραστικές και εξαντλητικές λεπτομέρειες που αποτελούν υποπεριπτώσεις ή για να το πω πιο τολμηρά σε «αλαζονική» παράθεση μοντέρνων (και συχνά δυσνόητων) αποσπασμάτων δημοσιεύσεων που σκοπό δεν έχουν παρά να αποδείξουν την ευρυμάθεια του συγγραφέα. Και για να κάνω πιο κατανοητό αυτό που λέω θα δώσω το παράδειγμα των συχνών, ανεύθυνων και δήθεν βαθυστόχαστων φιλοσόφων-κριτών της παιδείας μας που όταν αναφέρονται στο μάθημα της ιστορίας αποφαίνονται με στόμφο και αφόρητη κοινοτοπία εκστομίζοντας φράσεις όπως: «αυτό το συμβάν δυστυχώς δεν το διδάσκουμε στα σχολεία». «κάποτε να πούμε την ιστορική αλήθεια», «την ιστορία δυστυχώς τη γράφουν οι νικητές», «να το δούμε υπό την εξής οπτική ..» και τα συναφή. Στην πραγματικότητα τα παιδιά μας (δυστυχώς η πλειονότητα) δεν γνωρίζουν στοιχειώδη ιστορία, δεν έχουν νοητική σύλληψη αρχαιότητας, μεσαίωνος, διαφωτισμού, μοντέρνων χρόνων. Δεν ξέρουν καλά-καλά τι σημαίνει 1821, 1913, 1922, 1940, 1967 κ.λπ. Αρα πριν φθάσουν να μάθουν το εναλλακτικό ή το εξειδικευμένο ας δημιουργήσουν μέσα τους τον στέρεο νοητικό «σκελετό» πάνω στον οποίο θα στηριχθεί η «σάρκα» των ιστορικών γεγονότων.

Παρόμοιο με το παραπάνω είναι και αυτό που με κυρίευσε ως δημιουργία για τα φύκη. Ενας νέος επιστήμονας χρειάζεται ένα κατάλληλο φυκολογικό βοήθημα. Ενα σύγγραμμα τίμιο, περιεκτικό, διαφωτιστικό και επιστημονικώς άρτιο. Ενα σύγγραμμα με χρηστικές απεικονίσεις (σχήματα και φωτογραφίες) για να καταλαβαίνει για πιο οργανισμό του μιλάς. Θεωρώ γελοίο και ανεύθυνο να μην υπάρχουν φωτογραφίες για τα φύκη παρά μόνο ονόματα ειδών με δυσνόητους κωδικούς από κάποια μοντέρνα γενετική βάση δεδομένων. Αυτό είναι επιστημονικά σωστό σε μια επιστημονική εργασία, σε ένα γενικό σύγγραμμα όμως αφήνει τον αναγνώστη με μια στυφή γεύση.

Στην Ελλάδα βιβλίο φυκολογίας γραμμένο πρωτοτύπως δεν υπάρχει. Αυτό επιχειρώ εδώ όχι βέβαια ως καρπό μακροχρόνιας δικής μου έρευνας (αν και τέτοια υπάρχει) αλλά μάλλον ως προσπάθεια παρουσίασης όλων των πληροφοριών που συνέλεξα από (πολλές φορές) ετερόκλητες πηγές (πλην όμως επιβεβαιωμένων ως προς την ορθότητα). Το κάνω με σκοπό η φοιτητιώσα νεολαία να το διαβάσει ως ανάγνωσμα κατανοητό και χρηστικό, ανατρέξιμο για διευκρινήσεις, όσο πρέπει βαθύ για τις βασικές διεργασίες της ζωής, κατατοπιστικό ταξινομικώς, ενημερωτικό ως προς τις μοντέρνες τάσεις. Με λίγα λόγια αυτός/ή που θα το μελετήσει φθάνοντας στο τέλος να αισθανθεί και να πει νοητά: «θέλω να ασχοληθώ με τα φύκη, που να απευθυνθώ άραγε:».

Τα βασικά χαρακτηριστικά της ζωής

Σε κάθε απόπειρα να αναφερθούμε στα έμβια όντα, σε οποιοδήποτε τομέα των βιολογικών επιστημών και αν εντρυφήσουμε, πάντοτε θα περιφερόμαστε «γύρω», και θα οδηγούμαστε «προς», τον κεντρικό πυρήνα της ζωής, τι υπήρχε πριν, πως εξελίχθηκε και τι συμβαίνει τώρα. Κάθε τι που εξετάζουμε και είναι ζωντανό απαιτεί νοητική σύλληψη του τι σημαίνει ζωή και ποιες βασικές διεργασίες την καθορίζουν. Υπάρχουν διεργασίες κοινές σε όλους τους οργανισμούς οι οποίες βασίζονται σε χημικές αντιδράσεις που πρέπει να κατανοηθούν. Αν δεν κατανοηθούν κάθε γνώση είναι σαθρή, δεν θα οδηγήσει μακριά, μερικές φορές μάλιστα στο πουθενά ή ακόμα χειρότερα, στη λάθος κατεύθυνση. Και πριν από κάθε τι άλλο, ο ορισμός της ζωής (του συγγραφέα).

Ζωή είναι η κυτταρική οντότητα η οποία ανταλλάσσει ύλη και ενέργεια με το περιβάλλον και η οποία αναπαράγεται βάσει μοριακού κώδικα, οι μη θνησιγόνες μεταλλάξεις του οποίου αλλάζουν βαθμιαία την οντότητα σε καινούργια.

Ο παραπάνω ορισμός της ζωής (συμπιεσμένος λεκτικώς στο έπακρο) εμπεριέχει την ιδιότητα της εξέλιξης, διότι: «τίποτα στη βιολογία δεν έχει νόημα αν δεν ιδωθεί από την άποψη της εξέλιξης» (Dobzhansky, 1973). Σε ένα σύγγραμμα λοιπόν όπως αυτό για τα φύκη, δεν είναι δυνατόν να μην δοθούν στοιχεία οικουμενικής ισχύος για τη ζωή, πολλά από τα οποία μάλιστα ως χημικές αντιδράσεις παραμένουν ίδια και απαράλλαχτα από τότε που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στον πλανήτη. Η κατανόηση του πως φτάσαμε μέσα σε δισεκατομμύρια χρόνια από τους προκαρυώτες στους ευκαρυώτες και από τα πρώτα οργανικά μόρια στη οξυγενή φωτοσύνθεση, δεν αποτίει μόνο σεβασμό και δέος μπροστά σε αυτό το ασύλληπτο «θαύμα», αλλά επειδή τα προαναφερόμενα εξακολουθούν να υπάρχουν και σήμερα, βοηθά τον μελετητή της βιολογίας (και όχι μόνο) να αποκτήσει γερό «αγκυροβόλιο» για κάθε εξόρμησή του στον ωκεανό της γνώσης.