Στράτευση στα 18, πατρίδα ξυπνημένη δεν είναι φοβισμένη

Στράτευση στα 18, πατρίδα ξυπνημένη δεν είναι φοβισμένη

Το γράψιμο προς δημοσίευση δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός. Δεν είναι μέσον ματαιόδοξης αυτοπροβολής αλλά μια δραστηριότητα που είναι χρήσιμη για τους αναγνώστες που βρίσκουν στο εκάστοτε γραπτό κάτι που, και μπορεί να γίνει, και πρέπει να γίνει. Με αυτό το σκεπτικό να έχει μπολιαστεί μέσα μου, είμαι «αλλεργικός» σε καταγγελτικούς λίβελλους για ξεπεσμένα ήθη, μειωμένη συνείδηση (εργασιακή, πατριωτική, κοινωνική), δίχως ο λίβελλος να συνοδεύεται από οδικό χάρτη θεραπείας των «νοσημάτων». Εξαιρώ την πολιτική αρένα διότι εκεί η μανία αντιπολίτευσης και η κομπορρημοσύνη έχουν πεδίο λαμπρότατης δόξας και προβολής και ο καθένας έχει λύση για κάθε φύσεως πρόβλημα πολιτικής, συνεπώς αν σε αυτό το πεδίο προτείνονται λύσεις, δυστυχώς στην πλειονότητά τους είναι απόρροια επιδιώξεων πολιτικάντηδων.

Στη σημερινή Ελλάδα που έχει μεταλλαχθεί με φρενιτώδη ρυθμό τις τελευταίες δεκαετίες σε παράδοξη πατρίδα όπου αυτό που αγαπάμε είναι όχι η πατρίδα αλλά αυτό που μας συμφέρει (ατομικά ή οικογενειακά και μόνο), μας έχει εμποτίσει, είτε ως εκφραστές του, είτε ως αδιάφορους αποδέκτες του, με ένα μαζοχιστικού τύπου εθνομηδενισμό ο οποίος ασμένως εξυπηρετεί τα άξια θαυμασμού σταθερά σχέδια της Τουρκίας για επανα-ραγιαδισμό μας. Φυσικά και για να μην παρεξηγηθώ ομιλώ για τη γενική αίσθηση που δίνει η κοινωνία των καθημερινών ανθρώπων, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και το ύφος που εκφράζουν τα ΜΜΕ. Διαισθάνομαι όμως ότι δεν έχουμε αποτελειωθεί παρόλα τα επιφαινόμενα, κοιμάται μέσα μας η Ελληνική ιδιοπροσωπεία αγκαλιά με την ιστορία μας, αλλά πως να το κάνουμε, ακόμα απέχουμε από το να εκφράζουμε ζωηρά τη αγάπη μας για τη χώρα μας.

Η Τουρκία λοιπόν σήμερα δεν είναι ένας όποιος γείτονας για να μην ασχολείσαι μαζί του ξορκίζοντας έτσι τους όποιους φόβους σε διακατέχουν, επειδή ακριβώς (έστω και δεν το ομολογούμε), αισθανόμαστε ότι πλαδαρέψαμε πνευματικώς, πολιτικώς και οικονομικώς. Και πλαδαρέψαμε  με διαφορά που όλο και διευρύνεται συγκριτικά με την Τουρκία. Και ναι μεν «δεν νικάς το κακό αγνοώντας το, αλλά αντιμετωπίζοντάς το» αλλά πριν το αντιμετωπίσεις πρέπει να το γνωρίσεις και παράλληλα σωφρόνως ποιώντας να δυναμώσεις.

Σήμερα η Τουρκία έχει ξεπεράσει τα 80 εκατομμύρια ψυχές αμιγώς ισλαμικές (και αυτό έχει καθοριστική σημασία για την ψυχική συνοχή), κυβερνάται απολυταρχικώς, άρα δεν δίνει λογαριασμό σε κανένα, είναι χωρίς τύψεις ή ηθικές αναστολές στρατιωτικοποιημένη, ο λαός της όσο κι αν είναι οικονομικά πολλά σκαλοπάτια κάτω του Ελληνικού δεν επαναστατεί ούτε πρόκειται, έχει αλματωδώς αναπτύξει τη βιομηχανία της και δη την πολεμική, έχει ακαταπόνητες μυστικές υπηρεσίες που έχουν διεισδύσει παντού διεθνώς, η διπλωματία της με γνωρίσματα επιτήδειου κατεργάρη βρίσκει ευήκοα ώτα στην αφελή (αλλά συμφεροντολόγα) Δύση, το εκπαιδευτικό της σύστημα είναι βασισμένο στην αγάπη για την πατρίδα και στην αποδοχή της καπηλείας της ιστορίας (με τερατώδη μεν, φευ αποτελεσματικό τρόπο), επιδιώκει την ανασύσταση της οθωμανικής αυτοκρατορίας με μόνο και τελευταίο εμπόδιο την Ελλάδα, δεν τη νοιάζει να θυσιάσει αμέτρητες στρατιωτικές ψυχές ποντάροντας στο ανεξάντλητο των εφεδρειών της και γενικώς πολλά άλλα που την καθιστούν ασύμμετρα επικίνδυνο παίκτη στην όποια αντιπαράθεση με τις κοινωνίες πολιτών της Δύσης και ιδιαίτερα τη δημοκρατική, ευρωπαϊκή, ανθρωπιστική Ελλάδα.

Την Ελλάδα που έχει πλαδαρέψει εθνικώς, διότι στο όνομα του Δυτικού καθωσπρεπισμού, διδάσκει κοινωνιολογία αντί εθνική ιστορία, επιλέγει κατανάλωση και άνοδο βιοτικού επιπέδου αντί βιομηχανικής ανάπτυξης (θέλει εργάτες η βιομηχανία και αυτό δεν είναι ντροπή), στο όνομα ενός οικουμενικού (δήθεν) οράματος αγκαλιάζει κάθε διαφορετικότητα όσο αποκρουστική κι αν είναι, στα σχολεία ο στρατός και ο πόλεμος δεν είναι παρά ένα κακό της ανθρωπότητας που πρέπει να αντικατασταθεί με λουλούδια στα κανόνια και με αγκάλιασμα των δύστυχων μεταναστών, η ιστορία μας (ίσως η ενδοξότερη διεθνώς) έχει γίνει αγγαρεία και πηγή τύψεων και εθνο-ακύρωσης, η πολιτική είναι μια συνεχής αντιπαράθεση μιας κάποιας δεξιάς και μιας παλαβής αριστεράς που μαλώνουν για την κοινωνία (δήθεν και συνάμα ανίκανα) χωρίς να δείχνουν ενότητα για την εθνική κυριαρχία, και (κάπου να το σταματήσω), στα πανεπιστήμιά της η έρευνα δεν πρέπει να έχει στρατιωτική στόχευση διότι στόχος είναι η ειρήνη και η αδελφοσύνη των λαών.

Η Τουρκία με τη σταθερή διαχρονικώς πολιτική της (αυτό που λέμε βαθύ κράτος) τα γνωρίζει αυτά πλήρως και περιμένει με εκπληκτική υπομονή να σαπίσουμε κι άλλο για να κάνει τη μεγάλη της κίνηση. Βεβαίως η Τουρκία δεν είναι Θεός για να σιγουρέψει κάτι τέτοιο και εμείς οι Ελληνες έχουμε ιστορικά αποδείξει το πόσο γρήγορα και ανέλπιστα (για τους εχθρούς μας) ανασταινόμαστε, όμως το να έχεις επαγγελματική υπομονή αιώνος και βάλε και να βρίσκεσαι συνεχώς στη σκοπιά καιροφυλακτώντας για επιδρομή δεν είναι κάτι για να μη το θαυμάσεις. Η Ευρωπαϊκή ένωση της οποίας είμαστε μέλος, το νατοϊκό συμμαχικό πρόσχημα και το Αμερικανικό συμφέρον στη Μεσόγειο για ισορροπία δυνάμεων είναι που κάνει την Τουρκία (άμεσο συνομιλητή και δήθεν εταίρο των παραπάνω) να φορά ακόμα την προβιά του πολιτισμένου κράτους. Το κράτος κατεργάρης, απατεώνας, οπορτσουνιστής και γενοκτόνος που λέγεται Τουρκία βγαίνοντας ηττημένο και αποδυναμωμένο από τον Α παγκόσμιο πόλεμο έπαιξε υποκριτικά το ρόλο του πειθήνιου εταίρου του δυτικού κόσμου συναλλασσόμενο με δυτικούς όρους με όλους τους κοσμοκράτορες. Βαθμιαία δυνάμωνε (και αύξανε τον πληθυσμό του) κλείνοντας τις πληγές του και ενίσχυε τη φιλία του και την επιρροή του προσφέροντας γη και ύδωρ σε Γερμανία (ο καλύτερος φίλος της), Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Σοβιετία και ΗΠΑ. Στον Β παγκόσμιο πόλεμο δεν μάτωσε καθόλου και οι “ηλίθιες” μεγάλες δυνάμεις μεταπολεμικά θεωρώντας την στρατηγικό εταίρο στον ψυχρό πόλεμο την είχαν μη στάξει και μη βρέξει. Εμείς σπαραγμένοι από τον εμφύλιο χάσαμε πολύτιμο χρόνο και δεν είχαμε καιρό να ανησυχούμε για αυτήν, προείχε βλέπετε ο από Βορρά κίνδυνος. Η τραγωδία της Κύπρου κατόπιν μπορούσε να αποφευχθεί, όμως η ανικανότητα της χούντας δεν το επέτρεψε. Με αφετηρία την κατοχή της Β. Κύπρου από τον εισβολέα τούρκο και κατόπιν στην αρχή της δεκαετίας του 90 με το που εξέλιπε το σοβιετικό στρατόπεδο, είναι που η Τουρκία ξεδίπλωσε πλέον μαεστρικά και ενορχηστρωμένα το νέο-χαλιφικό της σχέδιο (αυτό που πρέπει να της το περιορίσουμε σε απλό όραμα μόνο).

Σήμερα λοιπόν πως στεκόμαστε εμείς απέναντι στην υπαρκτή επιθετικότητα της Τουρκίας; Μπορούμε να την ανακόψουμε και σε βάθος χρόνου με κατάληξη τη μόνιμη ασφάλειά μας να την περιορίσουμε στο έδαφός της (έστω αυτό που μας υφάρπαξε) και μόνο; Δύσκολο πρόβλημα (που δημιουργήθηκε αποκλειστικά από την Τουρκία) που απαιτεί συνολική και καθολική (σε όλα τα επίπεδα) κινητοποίηση του Ελληνισμού.

Τώρα που υποτίθεται ότι γνωρίζουμε (για όποιον/α διαβάζει το παρόν) σε αδρότατες γραμμές με τι έχουμε να κάνουμε, οφείλουμε να δράσουμε για να δυναμώσουμε. Και για να δυναμώσουμε εννοούμε πρωτίστως στρατιωτικώς. Τα υπόλοιπα που αφορούν την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών μας με κατάληξη τη βιομηχανία μπορούν να τρέχουν παράλληλα αλλά δεν αποτελούν ζήτημα ζωής και θανάτου όπως αποτελεί η άμεση ενδυνάμωση της στρατιωτικής μας ισχύος. Μιλώντας για στράτευμα θα ήμουν δυστυχής αν κάποιος με εγκαλούσε για έλλειψη εμπιστοσύνης στις ένοπλες δυνάμεις μας. Όχι, δεν είναι ότι δεν εμπιστεύομαι τον στρατό μας, είναι ότι τον θεωρώ μικρό απέναντι στα στίφη των τούρκων. Ευτυχώς από το 2020 ξυπνήσαμε και με εκπληκτική ταχύτητα καλύψαμε εξοπλιστικά κενά ανεύθυνων επιλογών δεκαετιών και συνεχίζουμε διότι έχουμε ακόμα δρόμο πολύ. Αν σύντομα (σε 3-5 χρόνια) καταφέρουμε να ολοκληρώσουμε τα εξοπλιστικά μας με μοντέρνα όπλα τότε θα νιώσουμε πραγματικά ενισχυμένοι και θα κοιτάμε τον Τούρκο με βλέμμα αγέρωχο βγαλμένο από τα κόκκαλα των Ελλήνων τα ιερά. Για να αποκτήσουμε όμως το βλέμμα και την όψη τη θαρρετή, που θα κόβει κάθε αρπακτική όρεξη του απέναντι θηρίου, χρειάζεται μαζί με τα όπλα και ηθικό και φυσικά αριθμητική επάρκεια στρατιωτών. Πως όμως θα αποκτήσουμε επάρκεια στρατιωτών όταν σήμερα η στρατιωτική θητεία με ευθύνη της πολιτείας έχει γίνει μια αγγαρεία για τους μη προνομιούχους μόνο; Στους μη προνομιούχους περιλαμβάνονται όλοι οι άρρενες της Ελλάδας που δεν έχουν πάρει αναβολή λόγω σπουδών σε ΙΕΚ, πανεπιστήμια ή δεν έχουν φύγει στο εξωτερικό. Ετσι λοιπόν καταντήσαμε μόνο οι μη πτυχιούχοι να πηγαίνουν στο σφρίγος της ηλικίας τους για ένα δωδεκάμηνο να υπηρετήσουν και οι πτυχιούχοι (πραγματικοί ή δήθεν) να πηγαίνουν αυγατισμένοι σε ηλικία και οι πιο καπάτσοι (χαρακτηριστική περίπτωση οι γιοί πολλών πανεπιστημιακών) να έχουν αποφύγει τη στράτευση ζώντας μέχρι τα 40 τους στο εξωτερικό και να κομπάζουν ότι εξαγόρασαν νομίμως τη θητεία τους, λες και πρόκειται για μια συνήθη φορολογική εξόφληση. Ετσι δεν κάνουμε δουλειά. Αυτή η αρρωστημένη κατάσταση πρέπει να σταματήσει εδώ και τώρα. Το έθνος απαιτεί συ-στράτευση καθολική ανδρών και γυναικών και συνείδηση από όλους του καθήκοντος προάσπισης της πατρίδας.

Το παράδειγμα το δίνει λαμπρότατα το Ισραήλ μια χώρα λίγο μεγαλύτερη από την Πελοπόννησο αλλά ίση πληθυσμιακά με την Ελλάδα. Η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία 3 ετών για τους άρρενες και 2 ετών για τις γυναίκες είναι καθολική χωρίς εξαιρέσεις, υποσημειώσεις και αναβολές. Μάλιστα μετά την απόλυση παραμένουν σε εφεδρεία και καλούνται συχνά-πυκνά για σύντομη επανεκπαίδευση. Γιατί το κάνει αυτό το Ισραήλ; Η απάντηση είναι απλή. Διότι πανταχόθεν απειλείται από μουσουλμανικά αραβικά κράτη που είχαν τάξει με ιερό όρκο να το εξαφανίσουν. Όμως από την ανεξαρτησία του το 1948, και πιο πριν ακόμα, η εθνότητα των εβραίων είχε ενστερνιστεί καθολικά το ρηθέν του Γιαν Ζαμποντίνσκι, ενός εκ των αρχηγετών τους, ότι: «προϋπόθεσις για τη δημιουργία ενός έθνους είναι η σκοποβολή». Και οι προπονημένοι στη σκοποβολή σκόρπιοι και λίγοι εβραίοι κατανίκησαν επανειλημμένως στρατιές Αράβων που ενέπιπταν στη στενή λωρίδα γης που κατέχει, και στη συνέχεια αυτοί οι πολιτοφύλακες στην ουσία, δημιούργησαν τον σημερινό ακμαίο και φοβερό ισραηλινό στρατό (IDF-Israel Defence Forces) με όπλα τελευταίας (και εγχώριας) τεχνολογίας. Η τεχνολογία όμως από μόνη της δεν αρκεί, οι άνθρωποι είναι απαραίτητοι. Να λοιπόν γιατί το Ισραήλ έχει όλους τους υπηκόους του (πλην των Αράβων, 21% του πληθυσμού του) στρατευμένους. Ουδείς διανοείται να διαμαρτυρηθεί (πλην των υπαρχόντων και στις καλύτερες οικογένειες ακτιβιστών) διότι αφενός το θεωρούν απαραίτητο και αφετέρου δεν υπάρχει χώρος για μικρόψυχη ζήλεια μια και κανείς δεν το γλυτώνει. Και μην θεωρηθεί ότι μια τέτοια στρατιωτικοποιημένη κοινωνία είναι οπισθοδρομική και αμόρφωτη. Απεναντίας, το Ισραήλ χαρακτηρίζεται από υψηλότατο μορφωτικό επίπεδο με ΑΕΠ σχεδόν διπλάσιο της Ελλάδας, υψηλής στάθμης λίγα (μόλις 8) πανεπιστήμια, τεχνολογίες αιχμής ηλεκτρονικών, χημικών και μηχανολογίας που στηρίζουν μια ακμάζουσα εξαγωγική βιομηχανία, θαυμαστή αγροτική παραγωγή σε άνυδρο και προβληματικό έδαφος, καλλιτεχνικές δημιουργίες που αρχίζουν να προβάλλονται και διεθνώς, άψογες δημόσιες υπηρεσίες και σύστημα υγείας, μυστικές υπηρεσίες (προεξαρχούσης της διαβόητης μοσάντ) που γνωρίζουν τα πάντα, και στον ατελείωτο κατάλογο περιττό να αναφέρουμε τα τρομερά αντιαεροπορικά, πυραυλικά, αεροπορικά, ναυτικά και τεθωρακισμένα μέσα που μαζί με την μη διαφημιζόμενη κατοχή πυρηνικών όπλων το καθιστούν επίφοβο για τον κάθε εχθρό του. Πως να μη θαυμάσεις την πρόοδο και το χαλύβδινο σθένος ενός λαού που παραδόξως έχει παγκοσμίως πολύ περισσότερους εχθρούς παρά φίλους.

Η Ελλάδα βρίσκεται σε κατάσταση απειλής από εχθρικό κράτος όπως ακριβώς και το Ισραήλ. Όμως ενώ το Ισραήλ έχει από δεκαετίες καταστεί ισχυρότατο και επίφοβο για τους εχθρούς του επειδή ακριβώς η κοινή αίσθηση απειλής και συνάμα του καθήκοντος έχει ριζώσει σε όλα τα κοινωνικά του στρώματα, εμείς δυστυχώς είμαστε αφελείς αιθεροβάμονες. Μόλις τα τελευταία χρόνια κάποιο σκίρτημα απειλής μας κουνά και λίγοι μόνο (δυστυχώς) έχουν ήδη καταλάβει ότι χρειάζεται εθνική κινητοποίηση. Οφείλουμε να ξυπνήσουμε όλο το λαό μας, να νιώσουμε ως έθνος ότι απειλούμαστε και να καταλάβουμε ότι το πάρτι τελείωσε. Προσωπικά αν αυτό διαχυθεί σε όλο το λαό είμαι αισιόδοξος ότι θα χαλυβδώσουμε απίστευτα και θα γίνουμε άξιοι της ιστορίας μας. Όμως για να μην πελαγοδρομούμε σε αφορισμούς, καταγγελίες και μεμψιμοιρίες, απαιτείται κυβέρνηση (πρωτίστως) και λαός να καταλάβουν ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα εδώ και τώρα. Το πρώτο, κύριο και άκρως απαραίτητο συνοψίζεται στο εξής: Υποχρεωτική, καθολική για άνδρες και γυναίκες στρατιωτική θητεία δύο και ενός έτους αντίστοιχα με τη συμπλήρωση της ηλικίας των 18 ετών άνευ ουδεμίας εξαίρεσης. Σπουδές και τα σχετικά, μετά την απόλυση. Συνάμα διαρκής εφεδρεία μέχρι τα 45-50 για όλους τους απολυθέντες. Τις λεπτομέρειες θα τις ρυθμίσει η πολιτεία, δεν είναι του παρόντος.

Πως θα φθάσουμε στο παραπάνω νομοθέτημα; Καθόλου εύκολο, το ομολογώ. Είναι τέτοιο το σοκ που θα νιώσουν οι Ελληνες που, τόσο μέσα στη βουλή, όσο και στην κοινωνία, θα ξεσπάσουν υστερικά ουρλιαχτά περί μιλιταρισμού, φασισμού, μονοπωλίων, καταπάτησης δικαιωμάτων, άρες και κατάρες για τους εβραίους, και δεν συμμαζεύεται. Άλλος γιατί ανατρέπονται τα σχέδιά του για στρωμένη ζωή, άλλος γιατί δεν ήθελε ποτέ τα παιδιά του να υπηρετήσουν, άλλος γιατί στο όνομα του πασιφισμού, αναρχισμού, φεμινισμού, δικαιωματισμού και ενός σωρού άλλων «-ισμών» βλέπει να ξεβολεύεται και να καταρρέει η ουτοπία του και γενικώς, η όλη κατάσταση θα μοιάζει με ηλεκτροσόκ.

Συνεπώς για να αποφύγουμε την κοινωνική αναστάτωση που θα επέφερε αυτή η ξαφνική νομοθέτηση με κίνδυνο να λιποθυμήσει η ευγενής και ευαίσθητη ψυχή του νεοέλληνα και να χαλάσει πριν καν εφαρμοστεί το εθνικό αυτό σχέδιο, απαιτείται εμπνευσμένος πολιτικός χειρισμός. Η αποφασισμένη κυβέρνηση να απευθυνθεί διά του πρωθυπουργού και του προέδρου της δημοκρατίας στο λαό και να του εξηγήσει καθαρά, θαρρετά και τίμια τον κίνδυνο που συνιστά η τουρκική επιθετικότητα για την εθνική μας υπόσταση. Να ζητήσει από τον λαό να στηρίξει τις ένοπλες δυνάμεις και να στηρίξει τους κυβερνητικούς χειρισμούς απέναντι στους νέο-οθωμανούς. Και αυτοί οι κυβερνητικοί χειρισμοί θα είναι πλήρης ενάσκηση των κυριαρχικών και απόλυτα νόμιμων δικαιωμάτων του Ελληνικού κράτους (προστασία συνόρων, χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος, ΑΟΖ, κλπ), καταιγιστική διεθνής διπλωματική και δημοσιογραφική εκστρατεία ξεριζωμού και αντίκρουσης της θρασύτατης και ασύστολης τουρκικής προπαγάνδας, θαρρετά αιτήματα και καταγγελτικά διαβήματα στην Αγκυρα για αποχώρηση του στρατού κατοχής από τη Β. Κύπρο, αποκατάστασης της αυτονομίας Ιμβρου και Τενέδου, αναγνώρισης και αποζημίωσης των θυμάτων της Ποντιακής και Μικρασιατικής γενοκτονίας και του διωγμού της Κωνσταντινούπολης, σταματήματος της μεθοδευμένης εισβολής λαθρομεταναστών, απόλυτη διακοπή των παραβιάσεων του εθνικού εναέριου χώρου επ’ απειλή καταρρίψεως και όλα αυτά με πληροφόρηση του λαού για τη δράση της σφηκοφωλιάς στον κορμό του έθνους μας που ονομάζεται τουρκικό προξενείο (δήθεν) και τουρκικές οργανώσεις (πραγματικές) Θράκης. Φυσικά δεν είμαι αφελής να νομίσω ότι αυτά θα γίνουν χωρίς να λυσσάξουν οι Τούρκοι. Όμως κάποτε πρέπει να γίνουν για να υπάρξει κάθαρση και να φανεί στο λαό τι είδους απειλή αντιμετωπίζει. Δεν είναι όμως μόνο οι Τούρκοι που θα οργιστούν μαζί μας. Θα είναι και ορισμένα κέντρα της Δύσεως τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στην Ουάσιγκτον που υποκριτικά και συμφεροντολογικά όχι μόνο εξισώνουν θύτη (Τουρκία) και θύμα (Ελλάδα-Κύπρος) αλλά συμπεριφέρονται στην Τουρκία με τέτοια ανεκτικότητα που συνεχώς την από-θρασύνουν. Αυτά τα κέντρα θα πιέσουν αφόρητα την Ελλάδα επ’ απειλή διακοπής οικονομικών  διευκολύνσεων να «ηρεμήσει» και εκεί ακριβώς είναι που η κυβέρνηση θα ζητήσει από το λαό τη στήριξη να μην υποκύψει όσα εκβιαστικά διλήμματα και ότι οικονομικές στενοχώριες κι αν επιφέρει αυτή η από εδώ και πέρα αποφασιστική της στάση.

Με λίγα λόγια αυτό το ξύπνημα της Ελλάδος συνοψίζεται στο εξής: Αρκετά με την ειρηνόφιλη ανεκτικότητά μας. Η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να προστατεύσει το Ελληνικό έθνος και την κυριαρχία της με τις δικές της δυνάμεις υποβαλλόμενη σε θυσίες και αναμένει να δει ποιοι τελικά είναι οι φίλοι της που συνοδοιπορούν μαζί της στην προστασία του Δυτικού πολιτισμού.

Μετά την προετοιμασία της κοινής γνώμης για το ξεβόλεμα που θα υποστεί (υποτίθεται) η κανονικότητά του με την καθολική υποχρεωτική στράτευση στα 18, γρήγορα πρέπει να ετοιμαστεί το νομοθέτημα και συνάμα να νομοθετηθεί η μεταβατική περίοδος που θα αφορά τους ήδη στρατευμένους και τους άμεσα στρατεύσιμους με διατάξεις που θα προβλέπουν μια μικρή αρχική αύξηση της θητείας η οποία θα μεγαλώσει αναλογικά και σταδιακά (αλλά γρήγορα) στις επόμενες κλάσεις μέχρι την διά νόμου εφαρμογή της καθολικής στράτευσης.

Για να περάσει ένας τέτοιος νόμος απαιτείται αφενός εμπνευσμένη, πατριωτική και θαρρετή κυβέρνηση και αφετέρου αποφασιστικότητα και ανυποχωρητικότητα στη σχετική συζήτηση στο κοινοβούλιο. Εκεί αναμένεται λυσσώδης αντίδραση από τα «παλαβά» αντιδραστικά κόμματα (ας μη τα κατονομάσω και γίνω τοξικός) αλλά ας ελπίσουμε ότι θα γίνει και κάποιο θαύμα και θα δράσουν και αυτά πατριωτικά. Σε κάθε περίπτωση το νομοσχέδιο πρέπει να ψηφιστεί και από εκεί και πέρα μια νέα Ελλάδα θα αναδυθεί.

Μια τέτοια νέα πραγματικότητα θα αναγκάσει την Ελλάδα να σοβαρευθεί και να γίνει πιο παραγωγική. Οι Ελληνες αναγκαστικά θα φιλοσοφήσουν τη ζωή και θα αποκτήσουν μια νέα «σχέση με το θάνατο» ο οποίος αποτελεί για όλους μας το αναπόφευκτο τελείωμά μας. Αυτό το τελευταίο δεν χρειάζεται να το αναλύσω διότι είναι κάτι τόσο βαθύ και μεγάλο που, ή το καταλαβαίνεις κινητοποιώντας υψηλά ιδανικά ή αν σε τρομάζει ας δουλέψει ο χρόνος μήπως κάποτε φωτιστείς ξυπνημένος από την ίδια την πραγματικότητα.

Στο επίπεδο της καθημερινότητας του πολίτη η υποχρεωτική καθολική στράτευση στα 18 ανδρών και γυναικών εκτός από το αριθμητικά ισχυρό στράτευμα που θα διασφαλίσει, θα έχει και πολλαπλό θετικό αντίκτυπο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και των ικανοτήτων των νέων ανθρώπων. Στην κατάλληλη ηλικία των 18 ετών όταν ο έφηβος μεταλλάσσεται σε άνδρα και η γυναίκα είναι ήδη ψυχολογικά έτοιμη για μάννα, είναι η ευκαιρία μέσα σε ένα οργανωμένο περιβάλλον από όλες τις απόψεις (πειθαρχίας, ευθύνης, προγράμματος, εθνοκεντρισμού, αλληλεγγύης, δικαιοσύνης) οι νέοι άνθρωποι να σφυρηλατήσουν χαρακτήρα υπευθυνότητας και ρεαλισμού. Θα αποφύγουν έτσι τις καταστροφικές επαφές με μηδενιστές και εξαθλιωμένους της κοινωνίας που ακριβώς καραδοκούν στην πιο ευαίσθητη ηλικία να παρεκτρέψουν τους νέους σε ένα άθλιο επαναστατικό (δήθεν) δικαιωματισμό που δημιουργεί εν τέλει, αν όχι υπονομευτές της κοινωνίας, σίγουρα όμως κηφήνες της. Φυσικά δεν αναφέρομαι στο σύνολο της νεολαίας μας, αλλά όπως και να το κάνουμε η εθνικά «απυξίδωτη» πορεία πολλών από  αυτούς καθορίζεται ακριβώς μετά τα 18 και κυρίως με την είσοδό τους στα ΑΕΙ που έχουν καταντήσει εστίες αποδόμησης της προκοπής σε όλα τα επίπεδα.

Ο κατά (διαστολή της σκέψης) «προσκοπικός» τρόπος οργάνωσης της στρατιωτικής ζωής θα αναγκάσει τους νέους να γίνουν υπεύθυνοι τόσο απέναντι στον εαυτό τους όσο και στη μελλοντική ένταξή τους στην παραγωγική ζωή. Τολμώ να πω (και αυτό το πιστεύω χωρίς αμφιβολίες) ότι και τα πανεπιστήμια με τη σειρά τους δεχόμενα κατόπιν της θητείας τους αυτούς τους νέους θα εξυγιανθούν τάχιστα και θα επιτελούν εντεύθεν το ρόλο τους ως εστίες μόρφωσης και εκπαίδευσης για την ανύψωση της παραγωγικής ικανότητας της χώρας. Μόνο ένας αφελής ή καλοπερασάκιας θα αρνηθεί κάτι τέτοιο και από αυτούς πια μπούχτισε και κακοφόρμισε η Ελλάδα, καιρός να τους αψηφήσουμε.

Αισθάνομαι γράφοντας όλα τα παραπάνω, χωρίς βεβαίως να έχω εξαντλήσει το θέμα, ότι κάνω το χρέος μου προς την πατρίδα. Θέλω να δω υγιείς νέους εμφορούμενους από αγάπη προς την Ελλάδα να το αποδεικνύουν και να το βιώνουν συνάμα κάνοντας όλοι μαζί το ύψιστο χρέος τους που είναι η προστασία της, ακριβώς στην κατάλληλη ηλικία, ηλικία σωστή και για αυτούς και για την πατρίδα τους. Την πατρίδα που κινδυνεύει τόσο από τον προαιώνιο εχθρό όσο και από τα ύποπτα μουσουλμανικά στίφη που την έχουν κατακλύσει και απειλούν την ίδια την εθνολογική μας συνέχεια και πολιτισμό.

Δεν δέχομαι να συμπεριληφθώ σε αυτούς που πολλές αφηρημένες φωνές δημοσιογραφούντων κατατάσσουν στον εν υπνώσει πνευματικό κόσμο, ως μη αρθρώνοντας φωνή για να ξυπνήσει το έθνος και να επιφέρει αλλαγές. Ιδού λοιπόν εδώ, το κραυγάζω ως καθηγητής πανεπιστημίου που βιώνω καταστάσεις και γνωρίζω πράγματα τι πρέπει να γίνει. Υποχρεωτική καθολική στράτευση ανδρών και γυναικών στα 18 τους χρόνια.

Γιώργος Χώτος, Φεβρουάριος 2022