Η “μάστιγα” των συνεδρίων

Η “μάστιγα” των συνεδρίων

Η “μάστιγα” των συνεδρίων

Στον επιστημονικό χώρο και δη τον πανεπιστημιακό τα συνέδρια έχουν καταντήσει μάστιγα. Μη με κακίσετε που αρχίζω αμέσως να τα σκώπτω. Γνωρίζω πολύ καλά τη σημασία των επιστημονικών συνεδρίων και το ρόλο τους στην πρόοδο της επιστήμης. Ομως άλλος ο ρόλος και η χρησιμότητά τους στην προ-ηλεκτρονική εποχή και άλλος τώρα που η παγκόσμια κοινότητα είναι δικτυωμένη με ένα θαυμαστό ψηφιακό ιστό. Αλλοτε τα συνέδρια είχαν προσκεκλημένους επιστήμονες που το ειδικό τους βάρος και κύρος ήταν έμπνευση και άνοιγμα οριζόντων για τους συναδέλφους των και όσους τέλος πάντων συνευρίσκονταν μαζί τους κατά τη διάρκεια του εκάστοτε συνεδρίου. Σήμερα οι καταιγιστικές ανακοινώσεις που φθάνουν απανταχού της Γης στο ηλεκτρονικό μας ταχυδρομείο σε καλούν σε συνέδρια που σκοπό άλλο δεν έχουν παρά να μαζέψουν χρηματικές εγγραφές και να στηρίξουν ένα ιδιότυπο επιστημονικό τουρισμό. Σπουδαίοι, συνήθεις, ασήμαντοι, φοιτητές και κάθε πιθανός και απίθανος τύπος του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα, επιστήμονας ή απλώς στέλεχος εταιρείας καλούνται να συμμετάσχουν σε θεματολόγια που η στομφώδης περιγραφή τους απέχει από τη χρησιμότητα που εν δυνάμει εμπεριέχουν.

Και καλά θα μου αντιτάξει κάποιος, πως αλλιώς θα πληροφορηθεί ο επιστημονικός κόσμος τις προόδους που επιτυγχάνονται σε κάθε πεδίο αν δεν υπάρχουν τα συνέδρια για να ανταλλαγούν απόψεις και να υπάρξει κριτική; Με τις επιστημονικές δημοσιεύσεις σε καλά περιοδικά (ενίοτε και σε μέτρια) και τις επιστημονικές ιστοσελίδες θα του απαντήσω. Οχι βέβαια ότι στα συνέδρια δεν γίνονται και επιστημονικές ωσμώσεις, γίνονται και κάποιες μάλιστα είναι καλές, αλλά η χρησιμότητά τους δεν τις καθιστά και αναγκαίες. Τέτοιες ωσμώσεις (δηλαδή επιστημονικοί διάλογοι) γίνονται σήμερα με αστραπιαία ταχύτητα μέσω ηλεκτρονικών μηνυμάτων, ανταλλαγών αρχείων και βιντεοσκοπημένων αποτυπώσεων. Γιατί να πρέπει να πάω στην Αυστραλία για να μου ανακοινώσει στην αίθουσα του συνεδρίου ο δόκτωρ Genious το πόσα λιπαρά οξέα συσσωρεύει ένα μικροφύκος όταν αυξηθεί η αλατότητα και να μη το πληροφορηθώ μέσω της δημοσιευθείσας εργασίας του; Και αν δεν το έχει δημοσιεύσει ακόμα τι τον εμποδίζει να το ανακοινώσει στην προσωπική του ιστοσελίδα; Μα έτσι χάνεται η μαγεία της επαφής θα μου ανταπαντήσει κάποιος. Και τότε εγώ θα του απαντήσω. “Εχεις δίκιο, τώρα είσαι 100 % σωστός”. Γι’ αυτή τη “μαγεία της επαφής” γίνονται όλα. Μου πήρε χρόνια να το καταλάβω αλλά τώρα δεν έχω πια καμιά αμφιβολία επ’ αυτού. Τα συνέδρια λοιπόν αποτελούν μια συναισθηματική παρόρμηση η οποία δικαιωμένη από κάποια επιστημονικά ευρήματα μορφοποιημένα σε μια επιστημονική ανακοίνωση, αποτελούν το εισιτήριο για ένα ολιγοήμερο ταξίδι απόδρασης από την καθημερινότητα. Στο φαντασιακό του συνέδρου κυριαρχούν τα ορμέφυτα του εξερευνητή, του ρομαντικού, του σπουδαίου που πρέπει να του αναγνωρίσουν ότι ήταν εκεί (άρα υπάρχει) άλλοι πιο διάσημοι απ’ αυτόν και συνάμα να αποκτήσει και αυτός “κουπόνια” συμμετοχής ως ισότιμο μέλος της καθιερωμένης ελίτ στον τομέα του. Αλλωστε κάπως πρέπει να ξοδευτούν και τα κονδύλια που αφορούν επιστημονικά συνέδρια και τα οποία (κονδύλια) προβλέπονται στις χρηματοδοτήσεις που αφορούν τις έρευνες. Τι το ευκολότερο από το να ετοιμάσεις μια εργασία-ανακοίνωση και να τη στείλεις στην οργανωτική επιτροπή του προσεχούς συνεδρίου που θα γίνει στη Βαρκελώνη, ή στο Μαϊάμι, ή στο Λας Βέγκας, ή στη Βουδαπέστη; Σιγά το δύσκολο πράγμα. Λες και η κρίση της εργασίας σου για να γίνει δεκτή θα είναι αυστηρή; Αστεία ανησυχία. Με το που είσαι διατεθειμένος να πληρώσεις τη συμμετοχή (400-1200 USD) και συνάμα να κλείσεις δωμάτιο σε κάποιο από τα ξενοδοχεία που σου προτείνουν, η αποδοχή της είναι εξασφαλισμένη. Οι διοργανωτές του συνεδρίου νοιάζονται μόνο για τη μαζικότητα. Οσο περισσότεροι σύνεδροι τόσο περισσότερα χρήματα. Αυτός είναι και ο λόγος που τα μεγάλα συνέδρια είναι πολυθεματικά και στον τόπο όπου γίνονται οι παρουσιάσεις αυτές πραγματοποιούνται ταυτόχρονα σε πολλές αίθουσες. Ακριβώς για να μπορέσουν να στριμώξουν σε λίγο χρόνο εκατοντάδες ανακοινώσεις. Τι σημαίνει πολυθεματικότητα αξίζει να το εξηγήσω για να κατανοηθεί πως η ποσότητα δρα σε βάρος της ποιότητας.

Πολυθεματικό συνέδριο σημαίνει συνέδριο που υπό τον τίτλο μιας επιστημονικής περιοχής περιλαμβάνει επί μέρους θέματα ειδικότητας. Για παράδειγμα στον τομέα μου, αυτόν της ιχθυολογίας γενικώς, ένα συνέδριο με ένα βαρύγδουπο τίτλο του τύπου “Ωκεανογραφία-Αλιεία” μπορεί να περιλαμβάνει συνεδριάσεις για την αλιεία ανοικτής θάλασσας, παράκτια αλιεία, υδατοκαλλιέργεια, υδροβιολογία, εμπορία αλιευμάτων, μεταποίηση αλιευμάτων, βιοποικιλότητα, προστασία οικοσυστημάτων και ότι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί. Οι συνεδριάσεις αυτές γίνονται ταυτόχρονα σε 3, 4 ή 5 αίθουσες του ξενοδοχείου, πανεπιστημίου ή του συνεδριακού κέντρου όπου διεξάγεται το συνέδριο. Δεν χρειάζεται πολύ μυαλό για να καταλάβει κάποιος ότι δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να παρακολουθήσει όλες τις συνεδριάσεις. Αυτό που συμβαίνει είναι να συμμετέχει μόνο σε αυτή για την οποία δήλωσε συμμετοχή. Και καλά σ/η συμμετέχων/ουσα είναι λογικό να περάσει το χρόνο του στο χώρο της ειδικότητάς του. Οι απλοί ακροατές όμως και ιδιαίτερα οι φοιτητές που ταξιδεύουν για να παρακολουθήσουν ένα συνέδριο (πολλές φορές ξεσηκωμένοι από κάποιον συμμετέχοντα καθηγητή τους) τι θα πρωτοακούσουν; Στην ουσία τίποτα. Είναι γνωστή (και απόλυτα κατανοητή) άλλωστε η τάση των φοιτητών για ταξίδια και περιπέτειες. Το ταξίδι είναι ευκαιρία για “χαβαλέ”, σύσφιξη σχέσεων και συνάμα περιέργεια να γνωρίσουν πως είναι οι επιστήμονες και από άλλα μέρη του κόσμου στην ειδικότητά τους.

Ολα τα παραπάνω που εντελώς συνοπτικά σκιαγράφησα καταλήγουν σε ένα απίθανο συνοθύλευμα ατόμων στις αίθουσες και τους διαδρόμους του συνεδριακού χώρου που περιφέρονται από αίθουσα σε αίθουσα, κάνουν πηγαδάκια παντού, συνωστίζονται για καφέ στα φουαγιέ, και γενικώς μόνο για τις παρουσιάσεις δεν δείχνουν να πήγαν εκεί.

Συχνά μάλιστα και τόσο πολύ που τείνει να γίνει ο κανόνας, στα συνέδρια δεν παρουσιάζονται παρά εργασίες που αποτελούν προϊόν μιας χρηματοδοτούμενης έρευνας ως συμβατική υποχρέωση του χρηματοδοτούμενου προς τον φορέα χρηματοδότησης. Δηλαδή στο συμβόλαιο της χρηματοδότησης προβλέπεται ότι ο ερευνητής θα παρουσιάζει τα αποτελέσματά του σε συνέδριο. Εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς ότι δεν υπάρχει ευκολότερο πράγμα απ’ αυτό. Ο χρηματοδοτούμενος ερευνητής ετοιμάζει μια εργασία τις περισσότερες φορές τραβηγμένη μέχρι εκεί που δεν πάει άλλο (ένας έμπειρος το καταλαβαίνει) και τη στέλνει στο συνέδριο. Η επιστημονική επιτροπή του συνεδρίου την εξετάζει και την κρίνει (υποτίθεται) και σύντομα τον ειδοποιεί ότι έγινε δεκτή. Και πως να μη γίνει δεκτή στην πρεμούρα των διοργανωτών να μαζέψουν συμμετοχές και συνδρομές; Ετσι, και το συνέδριο κερδίζει άλλον ένα συνδρομητή και ο ερευνητής στα μάτια του χρηματοδότη του καταγράφεται ως αξιόπιστος.

Σήμερα η επιτυχία ενός συνεδρίου κρίνεται από τη μαζικότητά του. Συνέδριο με λίγες και εκλεκτές εργασίες θεωρείται αποτυχημένο και το μέλλον του αβέβαιο έως ανύπαρκτο. Αντίθετα συνέδριο με εκατοντάδες παρουσιάσεις δημιουργεί δυναμική για ολοένα και περισσότερες “αφίξεις”. Χρήμα, τουρισμός, χαλάρωση και δημόσιες σχέσεις είναι τα καύσιμα των συνεδρίων. Προσωπικά πλήττω και μου χαλούν τη διάθεση τα συνέδρια καθώς νιώθω τη ματαιότητα να με πλημμυρίζει. Δεν έχω ανάγκη ούτε να δείξω ότι υπάρχω, ούτε να συσφίξω σχέσεις με ανθρώπους που δεν έχουν να μου πουν τίποτα και που δεν ακούν στην ουσία αυτά που τους λέω καθώς αγχωμένοι από τη ματαιόδοξη βιασύνη να συναντήσουν τους πάντες δεν επικοινωνούν με τον εκάστοτε “ένα”. Αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία που άπτεται της φιλοσοφίας της αυθεντικότητας η οποία πρέπει να μας διέπει και γι’ αυτό δεν θα επεκταθώ.

Καταλήγοντας λοιπόν κάπου και για να μη θεωρηθεί η “συνεδριακή μου τοποθέτηση” ως στείρα γκρίνια, να εξηγήσω πως και πότε θεωρώ αναγκαία τη συνεύρεση των επιστημόνων στη σημερινή ηλεκτρονική μας εποχή. Ανέκαθεν και σήμερα πιο προχωρημένα, η μάζωξη των επιστημόνων που μπορεί να προσφέρει τα μέγιστα στην επιστήμη και από αυτή μπορούν να βγουν πολύτιμα, συνεκτικά και εφαρμόσιμα συμπεράσματα, ονομάζεται workshop (συνάντηση εργασίας). Σε αυτές τις σχετικά ολιγάριθμες συναντήσεις εργασίας μπορούν πραγματικά να ακουστούν, υποστούν κριτική και να συμβάλλουν στην πρόοδο της επιστήμης τα σπουδαία και μόνο αυτά. Τα workshops διοργανώνονται συνήθως από καθιερωμένα εργαστήρια, έχουν “όνομα και επώνυμο” και συγκαλούνται κατόπιν επιλεγμένων προσκλήσεων, δεν έχουν συνδρομή παρά μόνο συμβολική και η ατμόσφαιρά τους είναι φιλική, ανθρώπινη μα πάνω απ’ όλα επιστημονική. Δεν έχουν τακτικότητα στη διεξαγωγή τους παρά μόνο όταν μαζευτεί “κρίσιμη μάζα” επιστημονικών ευρημάτων. Τι διαφορά αλήθεια συγκρινόμενα με την καταιγίδα των συνεδρίων που κατακλύζει τον κόσμο; Με το που έγινε καθιέρωση ο συνεδριακός τουρισμός ακόμα και συνέδρια που συγκαλούνταν περιοδικώς κάθε 2, 3 ή 4 χρόνια μετετράπησαν σε ετήσια μην τυχόν και χάσουν τους πελάτες τους. Αγριος ανταγωνισμός. Στον τομέα μου των υδατοκαλλιεργειών έχω πλέον χάσει το λογαριασμό για το πόσα απ’ αυτά διεξάγονται σε δεκάδες χώρες ετησίως. Και στην Ελλάδα ακόμα έχουμε περί τα 3 συνέδρια ετησίως με την ίδια θεματολογία πέραν των ημερίδων και των συμποσίων (άλλη ονομασία των συνεδρίων) που διοργανώνονται από πανεπιστήμια.

Προσωπικά έχοντας αναπτυγμένη την αίσθηση του μέτρου και επειδή ο χρόνος είναι πολύτιμος για να τον χάνω σε ταξίδια συνεδριακής ματαιοδοξίας, προτιμώ τη φυσιοδιφική εργασία, τη μακρόχρονη παρατήρηση, τον επίπονο και μακροχρόνιο πειραματισμό και όταν καταλήξω σε κάτι χρήσιμο, το δημοσιεύω. Το δημοσιεύω και στον παγκόσμιο ιστό, σε απλή (όχι απλοϊκή) και κατανοητή γλώσσα για να είναι χρήσιμο και χρηστικό και όποιος θέλει διευκρινήσεις με βρίσκει, γι’ αυτό υπάρχει το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο άλλωστε.

Γιώργος Χώτος,   Φεβρουάριος 2020